τροφάμαξα

τροφάμαξα
η, Ν
στρατιωτικό τετράτροχο όχημα κατάλληλο για τη μεταφορά τροφίμων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τροφή + άμαξα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”